- ἱππολέτας
- ἱππολέτας, ου, ὁ, ([etym.] ὄλλυμι)A destroyer of horses, Hdn.Epim.211.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ιππολέτας — ἱππολέτας, ὁ (Α) καταστροφέας τών ίππων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + ὀλέτας «καταστροφέας» (< ὄλλυμι «καταστρέφω»)] … Dictionary of Greek
ἱππολέτης — ἱππολέτας destroyer of horses masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιππ(ο)- — (ΑΜ ἱππ[ο]) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό αναφέρεται στον ίππο ή έχει σχέση με τον ίππο. Αξίζει να σημειωθεί ότι με ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη το ἱππο χρησιμοποιήθηκε στην Αρχαία Ελληνική και ως μεγεθυντικό πρόθημα… … Dictionary of Greek